Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

Ανθρωπιστική Κρίση στην Ελλάδα: Οι επιπτώσεις της Οικονομικής Κρίσης στα Δικαιώματα του Ανθρώπου

Με την υφιστάμενη οικονομικοκοινωνική κρίση, τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα παραβιάζονται τακτικά και τίθενται υπό αμφισβήτηση, ιδιαίτερα εξ’ αιτίας της υιοθέτησης των μέτρων λιτότητας και των δημοσιονομικών «μεταρρυθμίσεων», προς χάριν της οικονομικής βιωσιμότητας του Κράτους.

Σε σχετική έκθεση της Διεθνούς Ομοσπονδίας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η οποία δημοσιεύθηκε τον περασμένο Δεκέμβρη και παρουσιάστηκε στο ελληνικό κοινό, στο Ζάππειο λίγο αργότερα, έχοντας ως γενική παραδοχή το ότι «η λιτότητα ‘γονάτισε’ τα ανθρώπινα δικαιώματα», υποστήριξε πως υπήρχε εναλλακτική λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους, χωρίς την υποβάθμιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, την οποία δεν επέλεξαν οι αρμόδιοι, ενώ παράλληλα αποδίδονται ευθύνες από κοινού στο Ελληνικό κράτος και στην Τρόικα (ή στους Θεσμούς, όπως τον βολεύει τον καθένα). Η Ελλάδα στη συγκεκριμένη έκθεση παρουσιάζεται εν ολίγοις ως μία χώρα, στην οποία τα θεμελιώδη δικαιώματα έχουν παραβιαστεί σε όλα τα επίπεδα ανεξαιρέτως (πολιτικά, οικονομικά, ατομικά κλπ) και πλέον βάλλονται ανοιχτά.

Βέβαια, το Ελληνικό Κράτος δεν ευθύνεται εξ’ ολοκλήρου. Ευθύνονται και οι εκλογείς, οι οποίοι νομιμοποιούν την εκάστοτε Κυβέρνηση. Εντύπωση δημιουργεί μία έρευνα της ΕΕΔΑ, η οποία διενεργήθηκε σε δείγμα 1000 ατόμων. Το 60% δήλωσε πως τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν προστατεύονται στην Ελλάδα, το 55% δεν θεωρεί τη θέση των κομμάτων για τα δικαιώματα του ανθρώπου καθόλου σημαντικό κριτήριο για την ψήφο τους στις εκλογές, πράγμα που αποδεικνύει πόσο υποτιμούν και οι ίδιοι οι πολίτες τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα «επίθεσης» προς τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελεί η λήψη μέτρων λιτότητας και δημοσιονομικής προσαρμογής, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας, της εργασίας, της εκπαίδευσης και της ενημέρωσης. Τα μέτρα λιτότητας και προσαρμογής εφαρμόζονται κυρίως σε δημόσιες υπηρεσίες/κρατικές (μονοπωλιακές) δομές – στις αποκλειστικά υπεύθυνες δηλαδή για την παροχής μίας δημόσιας (δηλαδή μίας ελάχιστης, εγγυημένης καθολικά) υπηρεσίας. Περικοπές, οι οποίες εστιάζουν σε δημόσιες δομές, όπου κατ’ επέκταση συνεπάγονται υποβάθμιση αυτών, υποβαθμίζουν παράλληλα τις αντίστοιχες απολαβές που κατοχυρώνονται στα ανθρώπινα δικαιώματα, απολαβές οι οποίες προσφέρονται στην Ελλάδα – καλώς ή κακώς – με δημόσιο χαρακτήρα μόνο μέσω του Κράτους, και οι οποίες έχουν καθοριστική σημασία στην ύπαρξη κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων.

Ο περιορισμός των πολιτικών και οικονομικών δικαιωμάτων, όπου προέκυψε απ’ τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, δεν συμβαδίζει με το αντίστοιχο Σύμφωνο του ΟΗΕ, ούτε οι περιορισμοί αυτοί μπορούν να ενταχθούν σε εκείνο το πλαίσιο του διεθνούς δικαίου κατ’ ανάγκης περιορισμού των δικαιωμάτων, κατ’ εξαίρεση για μεμονωμένες περιπτώσεις. Επιπλέον, ειδικά στην έκθεση της FIDH, αναδείχθηκαν αρκετές σοβαρές παραβιάσεις σε δημοκρατικές διαδικασίες και άλλες συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Προκύπτει λοιπόν ένας κίνδυνος Δημοκρατίας, τον οποίο εγκυμονεί η Λιτότητα.

Παράλληλα πραγματοποιήθηκαν περικοπές σε δημόσιες δαπάνες του ΟΑΕΔ και άλλων υπηρεσιών Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας, αυξάνοντας ραγδαία την ανεργία, την οποία έπονται με τη σειρά τους οι γνωστές, σε όλους ελπίζω, κοινωνικά περιοριστικές επιπτώσεις της. Η περικοπή δημοσίων δαπανών συνεπάγεται ένα καθεστώς κατά το οποία τα πιο ευάλωτα (οικονομικά) στρώματα δεν διαθέτουν τις ίδιες ευκαιρίες πρόσβασης σε υπηρεσίες δημοσίου χαρακτήρα- κοινωνικής πρόνοιας. Επιπρόσθετα, λόγω περικοπών, υποβαθμίστηκε – ή κατ’ άλλους, εξαλείφθηκε – το θεσμικά κατοχυρωμένο «ελάχιστο εγγυημένο» των δημόσιων υπηρεσιών. Άρα πλέον δεν μπορούμε να μιλάμε για «δημόσια αγαθά» λόγω της περιορισμένης (από «μεταρρυθμίσεις») και για τις δύο πλευρές συμμετοχής σ’ αυτά.

Υποτίμηση του «δημόσιου» χαρακτήρα εντοπίζεται ακόμα και στους τομείς της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης, λόγω της μη καθολικής πρόσβασης σ’ αυτές, όπως επανειλημμένα ειπώθηκε. Χαρακτηριστικά, γιατροί δημοσίων νοσοκομείων, έχουν αναφέρει πως απορρίπτουν ασθενείς ή ιεραρχούν τα περιστατικά με εναλλακτικούς τρόπους, κυρίως λόγω έλλειψης πόρων (ειδικευμένου προσωπικού, οικονομικών πόρων, κλινών και εγκαταστάσεων κ.α.). Οι ελλείψεις στα νοσοκομεία δεν βασίζονται αποκλειστικά στην οικονομική αδυναμία που έχει επέλθει το Κράτος, αλλά και στις «διαρθρωτικές αλλαγές». Εν καιρώ κρίσης, αναδιαρθρώσαμε 2-3 φορές το ασφαλιστικό σύστημα και το σύστημα υγείας. Από τα διάφορα ταμεία, στον ενιαίο ΕΟΠΥΥ και ύστερα στο «ΠΕΔΥ» του Άδωνι.

«Η κυβέρνηση έχει επίσης υιοθετήσει μια εντεινόμενα αυταρχική στάση απέναντι στη δημόσια κριτική, δημιουργώντας ένα αυξανόμενα καταπιεστικό κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον για τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και για όσους ασκούν κριτική. Το κλίμα αυτό οδήγησε, το καλοκαίρι του 2013, στο κλείσιμο της Δημόσιας Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης ΕΡΤ, μια κίνηση που προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή στην Ευρώπη και στο εξωτερικό.» (Δημήτρης Χριστόπουλος, Αντιπρόεδρος της FIDH)

Ταυτόχρονα, η λιτότητα αύξησε την (οικονομική) ανισότητα στο διαθέσιμο εισόδημα, μέσω μεταρρυθμίσεων που υποβάθμισαν σημαντικά τη προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, ενώ ο κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22% για τους κάτω των 25 ετών και 32% για τους άνω των 25 ετών μετά το 2012. Ας μην μιλήσουμε καλύτερα για τους, κατά πολύ μικρότερους απ’ τον κατώτατο, προσφερόμενους μισθούς το 2015.

Τα παραπάνω, έχουν ως αποτέλεσμα τις έντονες κοινωνικό-πολιτικές αντιδράσεις στα μέτρα λιτότητας, οι οποίες εκφράζονται κυρίως μέσω της υποστήριξης και της ενδυνάμωσης, από πολίτες, οργανώσεων (πολιτικών και μη) ακραίου (πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, φυλετικά-ρατσιστικά) χαρακτήρα, λ.χ. ακροδεξιές, φασιστικές, αναρχικές και αναρχοφιλελεύθερες οργανώσεις. Η άνοδος ως επί το πλείστον της άκρας δεξιάς στην Ελλάδα, οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τις μεταρρυθμίσεις δεν συνυπολογίστηκαν τα «κόστη» σε ανθρωπιστικό επίπεδο. Εν συνεχεία, η ίδια η ακροδεξιά, μαζί με τις υπόλοιπες ακραίες οργανώσεις, εντείνουν ακόμα περισσότερο την ανθρωπιστική κρίση στη χώρα με τη δραστηριοποίηση τους.

Προκειμένου λοιπόν να υπάρξει οικονομική σταθερότητα και βιωσιμότητα του ελληνικού χρέος, το Ελληνικό Κράτος και η Τρόικα, τα τελευταία χρόνια, εστίασαν σε μη εφαρμόσιμες, βλαβερές μεταρρυθμίσεις δημοσιονομικής προσαρμογής και στην λήψη ανάλογων μέτρων λιτότητας, αγνοώντας – ή και κατά άλλους, θυσιάζοντας σκόπιμα – τα θεμελιώδη δικαιώματα στην κάθε πτυχή τους, μέσω της συρρίκνωσης της κρατικής δομής, παροχής δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Τονίστηκε επανειλημμένα, από πολλούς φορείς, πως υπήρχε καλύτερη εναλλακτική λύση, η οποία, όπως φαίνεται, δεν εφαρμόστηκε με συνειδητή επιλογή των δυο παραπάνω.

Δυστυχώς, οι παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων θεωρήθηκαν και θεωρούνται νόμιμες παράπλευρες ζημίες, οι οποίες προέκυψαν απ’ την προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης. Οι όποιες δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις έγιναν, πραγματοποιήθηκαν αγνοώντας τα διεθνή πρότυπα για τέτοιες επείγουσες καταστάσεις. Το Ελληνικό Κράτος έχει καταδικαστεί επανειλημμένα σε Ευρωπαϊκό και Διεθνές επίπεδο, με τα πρόσθημα να ανέρχονται στα 1,8 εκατομμύρια ευρώ. Δυστυχώς, ακόμα και το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα», θεωρήθηκε από αρκετούς «εσπευσμένη υποκρισία», λόγω της παράδοξης συγκυρίας, της δημοσίευσης του σχεδίου πριν καν αναρτηθεί στη διαδικτυακή πλατφόρμα διαβούλευσης.

Οι συζητήσεις που διενεργούνται σήμερα, σε όλα τα επίπεδα, με κάθε τρόπο και προσφερόμενο μέσο, είναι σαν να έχουν αποπροσανατολίσει πλήρως τα ενδιαφερόμενα – ή καλύτερα, κυρίως θιγόμενα – μέρη. Μιλάμε αποκλειστικά για τη βιωσιμότητα ενός «δημοσίου» χρέους, το οποίο όμως δημιουργήθηκε από συγκεκριμένους πολιτικούς, συγκεκριμένες Κυβερνήσεις, μέσω κυρίως του Κρατικού μηχανισμού, το οποίο επέφερε αναρίθμητα κοινωνικά προβλήματα και το οποίο λούζεται ο «Λαός», χωρίς όπως είπαμε να ευθύνεται πλήρως. Προσεγγίζουμε την κρίση σε ένα επίπεδο αποκλειστικά οικονομικό, αντικρίζοντας μόνο αριθμούς και μεθόδους, αγνοώντας την ανθρωπιστική κρίση και μη αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις. Πάμε να λύσουμε το πρόβλημα με τους ίδιους τρόπους όπως και πριν, οι οποίοι αποδείχθηκαν αποτυχημένοι επανειλημμένα. Κάνουμε το ίδιο πράγμα προσδοκώντας διαφορετικά αποτελέσματα. Αγγίζουμε δηλαδή τα όρια της παράνοιας.


K.K.

Δεν υπάρχουν σχόλια: