Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Η στροφή της ΕΚΤ

Τον περασμένο Οκτώβριο ο πληθωρισμός στην ΟΝΕ έπεσε για πρώτη φορά στην ιστορία της κάτω από το 1%, μία εξέλιξη η οποία αποδίδεται στα επαχθή μέτρα λιτότητας και στην μειωμένη τιμή των αγαθών στην ΟΝΕ. Η ευρωπαϊκή οικονομία εισήλθε έτσι σε μία ζώνη κινδύνου, εντός της οποίας οι Υπουργοί Οικονομικών βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα εκρηκτικό και εξαιρετικά επικίνδυνο μείγμα: χαμηλό πληθωρισμό, χαμηλά επιτόκια και αναιμική ανάπτυξη. Η ΕΚΤ, ευρισκόμενη πλέον σε "ανεξερεύνητα" για αυτήν εδάφη αντέδρασε αρχικώς μάλλον αμήχανα μειώνοντας διαρκώς τα επιτόκια, χωρίς ωστόσο κάποιο ουσιαστικό αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία. Η ρευστότητα συνεχίζει να είναι ανύπαρκτη και ο αποπληθωρισμός πιο απειλητικός από ποτέ.

Υπό τις παρούσες συνθήκες, ο πάγιος στόχος της ΕΚΤ για 2% πληθωρισμό στην Ευρωζώνη φαντάζει πλέον άπιαστο όνειρο. Η απουσία ρευστότητας μέσα σε ένα τόσο δυσμενές οικονομικό περιβάλλον αποτελεί πια τον μεγάλο πονοκέφαλο για τους σχεδιαστές της οικονομικής πολιτικής. Κάτω από την πίεση του προβλήματος αυτού και όντας πια διαπιστευμένο ότι η συνήθης νομισματική πολιτική δεν αποδίδει, ο Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε ένα ριζοσπαστικό, για δεδομένα ανεπτυγμένων οικονομιών, πακέτο μέτρων με άμεσο σκοπό την τόνωση της ρευστότητας. Το επιτόκιο καταθέσεων τραπεζών στην ΕΚΤ πέφτει για πρώτη φορά υπό του μηδενός (-0,1%), το επιτόκιο δανεισμού μειώνεται στο 0,15% χαρίζοντας ουσιαστικά χρήμα, ενώ προβλέπεται και πακέτο χρηματοδότησης προς τις τράπεζες, του οποίου το μέγεθος αγγίζει τα 400 δις. Ευρώ.

Η λογική πίσω από την κίνηση αυτή είναι απλή: να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο, το οποίο θα ωθήσει, αν όχι θα αναγκάσει, τις τράπεζες να διοχετεύσουν χρήματα στην πραγματική οικονομία. Στόχος είναι να ανατραπεί ο διαρκώς μειούμενος ρυθμός μείωσης της χορήγησης δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στον ευρωπαϊκό νότο, οι οποίες χτυπημένες από την λιτότητα βρίσκονται αντιμέτωπες με τον εφιάλτη της πιστωτικής ασφυξίας.

Το αν τα μέτρα αυτά θα ανταποκριθούν στις προσδοκίες παραμένει εξαιρετικά αμφίβολο. Ήδη έχουν αμφισβητηθεί πολλάκις. Το αρνητικό επιτόκιο καταθέσεων δεν προβλέπεται να έχει μεγάλο αντίκτυπο στις τράπεζες του νότου, οι οποίες ευρισκόμενες σε άθλια κατάσταση όχι μόνο δεν έχουν την πολυτέλεια να διαθέτουν καταθέσεις στην ΕΚΤ αλλά δανείζονται από αυτήν. Ένα άλλο μεγάλο ερώτημα είναι το χρονικό βάθος που χρειάζεται για να αρχίσουν τα μέτρα να αποδίδουν. Και εδώ οι πρώτες προβλέψεις δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες, καθώς γίνεται λόγος ακόμα και για δύο χρόνια μέχρι να εμφανιστούν ορατά αποτελέσματα. Και αν τα παραπάνω επιχειρήματα δεν βρίσκουν αντίκτυπο στο σύνολο του οικονομικού κόσμου, όλες οι απόψεις συγκλίνουν ωστόσο σε ένα: Κύρια προϋπόθεση για να επιστρέψει η ρευστότητα στην αγορά είναι οι ορθολογικές μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό των χτυπημένων από την κρίση χωρών (το άκρως αντίθετο δηλαδή των εγχώριων "μεταρρυθμίσεων"). Το μεγάλο βάρος βρίσκεται επομένως ακόμα στις εθνικές κυβερνήσεις. Στο πλαίσιο αυτό η ΕΚΤ μη δυνάμενη εκ των πραγμάτων να λύσει τα δομικά προβλήματα του Ευρώ, μόνο υποστηρικτικό ρόλο μπορεί να έχει στην ανασυγκρότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Σε κάθε περίπτωση, πέραν των όποιων (υπερβολικών) αντιδράσεων (το SPIEGEL έφτασε στο σημείο να κάνει λόγο για τέλος του καπιταλισμού όπως τον ξέρουμε) και προβλέψεων η κίνηση αυτή προκάλεσε, σηματοδοτείται μία στροφή στην πολιτική της ΕΚΤ, η οποία δείχνει ότι στο μέλλον δεν θα έχει ενδοιασμούς να προβεί ακόμα και στην λήψη μέτρων, τα οποία ξεφεύγουν από την οικονομική ορθοδοξία, προκειμένου να διασφαλίσει την σταθερότητα του Ευρώ (με ότι αυτό συνεπάγεται).



Ν.Α.